Συνέντευξη με τον κωμικό και συγγραφέα Στέλιο Ανατολίτη

Συνέντευξη με τον κωμικό και συγγραφέα Στέλιο Ανατολίτη
20/12/2019

1. Ποια βιβλία ή ποιοι συγγραφείς θεωρείς πως έχουν επηρεάσει τον τρόπο γραφής σου;
Το δικό μου γράψιμο, επειδή είναι κατά βάση στα αγγλικά, είναι και λίγο μπερδεμένο. Είμαι επηρεασμένος από τον Steven Erikson, από τον Charles Stross και καμιά φορά γράφω πολύ hard science. Tο πρόβλημά μου ήταν ότι ήθελα να βρω έναν τρόπο να καταλάβω πώς μπορώ να γράφω λιγότερο πυκνά κείμενα, πιο άμεσα και να προσθέσω και το χιούμορ σιγά σιγά. Είμαι κάπως καλός στο να γράφω σουρεάλ πράγματα στην κωμωδία και, μέσα στο πείραμα αυτό, κάθισα, έγραψα, βγήκε αυτό και είπα «ωραία, θα το συνεχίσω». Σίγουρα το “Preacher” με την αμεσότητά του είναι επιρροή μου. Ίσως αν πάμε πάλι σε comics, “ABC Warriors” που αναφέρονται και μέσα στο βιβλίο, γιατί έχουν αυτό το χιούμορ του πολέμου όπου είναι όλοι υπεράνθρωποι. Σίγουρα και λίγο η χαζομάρα του Deadpool, αν πάμε προς τα εκεί. Σίγουρα υπάρχει ο Stephen King, υπάρχουν και Έλληνες… Τρελαίνομαι για Καζαντζάκη, αλλά δεν μπορώ να πω ότι για το συγκεκριμένο βιβλίο με επηρέασε ο Καζαντζάκης, δεν γίνεται. Σίγουρα όμως με επηρέασε στο πώς βλέπω τη συγγραφή, το κείμενο και το διήγημα. Δεν ξέρω, βάλε αυτά με τα comics, χαχαχα…

2. Διαβάζοντας το βιβλίο, βλέπουμε πως ο πρωταγωνιστής σού μοιάζει αρκετά ως χαρακτήρας. Οι χαρακτήρες, λοιπόν, έχουν επηρεαστεί από ανθρώπους που γνωρίζεις ή βγήκαν καθαρά μέσα από τη φαντασία σου;
Δεν ξέρω. 100% είναι και άνθρωποι που γνωρίζω, τα στοιχεία τους. Τα δικά μου στοιχεία που υπάρχουν μέσα, κάποια είναι φαινομενικά δικά μου γιατί είναι γραμμένο στο α’ πρόσωπο, με καθημερινή γλώσσα και υπάρχει κόσμος που με αναγνωρίζει από το stand up ή από το youtube, οπότε βλέπει πράγματα εκεί, αλλά, όταν το έκανα αυτό δεν είχα ανοίξει καν κανάλι στο youtube. Ο στόχος δεν ήταν να βάλω εκεί μια περσόνα που να θυμίζει κάτι. Ήταν ο τρόπος που ήθελα να το γράψω. Επίσης, είναι άνθρωποι που ξέρω είναι στοιχεία που ξέρω, είναι χαρακτηριστικά που έχω δει να υπάρχουν γενικώς. Όταν ξεκίνησα να γράφω το πρώτο κεφάλαιο ήταν καλοκαίρι, είχα παραπάνω κιλά και με ενοχλούσαν και είπα «τι δεν θα μου άρεσε καθόλου τώρα; Η υγρασία της Θεσσαλονίκης και να τρέχω» και ξεκίνησα αυτό! Μετά σκέφτηκα «τώρα αυτά, τα αλλάζω; γιατί μοιάζει πολύ με εμένα και αν εκδοθεί θα… ωχ δε με νοιάζει! Λογοτεχνία είναι, δεν με ενδιαφέρει». Δεν προσπάθησα να βάλω τον εαυτό μου, δεν νομίζω ότι είναι παραπάνω ο εαυτός μου εκεί απ’ ό,τι σε οποιοδήποτε άλλο συγγραφικό έργο του οποιουδήποτε.

3. Μέσα στο βιβλίο συναντάμε πλάσματα όπως βρικόλακες, λυκάνθρωπους, ξωτικά κ.λ.π. τα οποία πλέον έχουν αγγίξει τον κορεσμό στη λογοτεχνία. Σε προβλημάτισε το γεγονός πως οι αναγνώστες μπορεί να δυσανασχετήσουν ή να θεωρήσουν πως ήταν μια ασφαλής επιλογή για βιβλίο φαντασίας;
Πρώτον, θεωρώ πως δεν είναι ένα βιβλίο για βρικόλακες. Αυτό είναι βασικό. Μπορεί να πρωτοστατούν στο πρώτο γιατί τυχαίνει στο κύκλωμα πορνείας που διαπραγματεύεται το βιβλίο να είναι αυτοί οι μάστορες, αλλά δεν θεωρώ πως είναι ένα ακόμα βιβλίο για βρικόλακες. Δεύτερον, δεν προσπάθησα να το περάσω ως κάτι καινούργιο. Φαίνεται στην πρώτη σελίδα… «Γεια σας, κυνηγάω έναν βρικόλακα». Περισσότερο σκέφτηκα μήπως υπάρξει πρόβλημα με την βία και το gore. Πιο πολύ από όλα όμως με απασχόλησε και το αν θα νομίζει ο κόσμος πως προσπάθησα να γράψω ένα «Harry Potter» με την ακαδημία και την τριπλέτα 2 αγόρια, ένα κορίτσι που είναι πολύ κλασική, παρά οι βρικόλακες! Όσο κορεσμένο και δεδομένο είναι γενικά, τόσο το θεωρούν και οι χαρακτήρες γιατί μεγάλωσαν με αυτό. Αν εξαιρέσεις την βιολογική εξήγηση όλων αυτών των πλασμάτων, εξελικτικά, όπως υπάρχει μέσα στο βιβλίο, δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι πρωτότυπο. Οπότε, αντί να κάνω κάτι πρωτότυπο, έκανα κάτι καθημερινό. «Αυτός είναι ο Γιώργος και είναι βρικόλακας», αυτό!

4. Τελειώνοντας την ανάγνωση του βιβλίου, υπάρχει η υπόνοια του ότι έπεται συνέχεια. Ισχύει αυτό; Να περιμένουμε και δεύτερο βιβλίο;
Ναι! Ξεκάθαρα, ναι.

5. Πώς αποφάσισες, λοιπόν, η πρώτη σου εκδοτική εμφάνιση να είναι μέσα από μια σειρά και όχι μέσα από ένα αυτόνομο μυθιστόρημα;
Το σκέφτηκα πάρα πολύ, γι’ αυτό και αυτή η ιστορία του βιβλίου τελειώνει και είσαι αρκετά ικανοποιημένος πως αυτό το πράγμα που διάβασες λύθηκε και έχεις αρχίσει να αναρωτιέσαι και να μπαίνεις στο υπόλοιπο κομμάτι. Οπότε, έφτιαξα ένα βιβλίο που είναι σχετικά αυτόνομο, αλλά έχει έναν κόσμο που μπορεί να δεχτεί συνέχεια. Έτσι, συμφιλιώθηκα με το ό,τι οποιοσδήποτε εκδοτικός οίκος μου πει «όχι» ή ότι δεν θα βγει συνέχεια ή αν δεν πουλήσει ή οτιδήποτε, εγώ θα μπορώ να το γράψω και να το ανεβάσω ο ίδιος κι ας κάνουν ό,τι θέλουν μ’αυτό. Το δεύτερο είναι ότι εγώ σκέφτηκα μια ιστορία κι ένα σύμπαν και προκύπτουν πολλές ιστορίες μέσα σ’αυτό το σύμπαν. Δεν με ένοιαζε. Θεώρησα πως αυτή είναι η ιστορία που πρέπει να πω.

6. Έχεις σκεφτεί να γράψεις κάτι άλλο; Science fiction, καθαρό τρόμο ή γενικά κάποιο άλλο λογοτεχνικό είδος;
Ναι, αλλά είναι μια σκέψη που βρίσκεται ακόμα στα σπάργανα. Δηλαδή, κι εγώ δεν ξέρω τι θέλω να κάνω. Μου έρχονται διάφορες ιδέες και έχω πράγματα να γράψω αν θέλω. Για παράδειγμα, στο εξωτερικό οι κωμικοί είθισται να γράφουν ένα βιβλίο με την παράστασή τους. Μπορεί να γίνει κι αυτό, δεν ξέρω. Είναι μια σκέψη που έχω και θα ήθελα να δω αν μπορώ να το κάνω. Προς το παρόν, θα συγκεντρωθώ σε αυτό που ξεκίνησα να κάνω ήδη και οι ιδέες έρχονται. Comics θέλω να κάνω! Αν είναι να επεκταθώ, θα ήθελα να πάω προς τα εκεί. Θα δούμε τώρα πώς και αν θα γίνει αυτό.

7. Πόσο δύσκολο είναι να δημιουργήσεις έναν κόσμο, ένα λογοτεχνικό σύμπαν, από την αρχή;
Δεν ξέρω, γιατί εμένα μου βγαίνει λίγο φυσικά αυτό. Έχω ασχοληθεί με το θέατρο, τη συγγραφή και με τον θεατρικό αυτοσχεδιασμό, όπου εκεί δημιουργείς κόσμους, και στη συνέχεια το δίδαξα κιόλας. Ασχολήθηκα πολλά χρόνια με RPG παιχνίδια όπου πάλι έφτιαχνα κόσμους, χωρίς να γράφω όμως δικούς μου κανόνες, γιατί αυτό το αντιπαθώ ιδιαίτερα. Δεν με δυσκόλεψε η σύλληψη. Με δυσκολεύει το continuation. Με δυσκολεύει όταν πηγαίνω προς τα πίσω ή προς τα εμπρός ή όταν πράγματα κινούνται παράλληλα και πρέπει να τα έχω στο μυαλό μου όλα αυτά. Έπρεπε να αποφασίσω ποια πράγματα της ιστορίας θα αλλάξω και πόση επιρροή θα έχουν. Έπρεπε να μελετήσω πώς είναι κάποιος να ζει χίλια χρόνια! Ήθελα όλα να έχουν μια εξήγηση. Επίσης, με βοήθησε πάρα πολύ το ό,τι κινήθηκα επιστημονικά. Πήγα εξελικτικά. Πήρα την βιολογία και το πήγα προς τα εκεί κι αυτό λύνει πολλά ερωτήματα για το πως είναι αυτός ο κόσμος. Ήταν εύκολο γιατί είχα έναν έτοιμο στημένο κόσμο, τη Θεσσαλονίκη. Για παράδειγμα, δεν έφτιαξα κτίρια, δεν έχω περιγράψει ούτε ένα κτίριο, δεν χρειάζεται. Είναι πολυκατοικίες του του ’70 στη Θεσσαλονίκη, τέλος. Δεν έφτιαξα ακριβώς έναν καινούργιο κόσμο. Έκανα τον δικό μας λίγο αλλιώς!

8. Βλέπουμε πως ο πρωταγωνιστής δεν είναι ένας ιδιαίτερα χαρούμενος και ευτυχισμένος άνθρωπος, παρ΄όλα αυτά ένα πολύ δυνατό του στοιχείο είναι το χιούμορ. Πιστεύεις πως το χιούμορ πηγαίνει χέρι-χέρι με την θλίψη, τις σκοτεινές καταστάσεις κ.λ.π.;
Ναι, εκεί ευδοκιμεί το χιούμορ. Αν η ζωή σου είναι τέλεια, γιατί να είσαι αστείος; Χαχα-χαχα-χαχα!

9. Σε ρωτάω γιατί υπάρχουν πολλοί συγγραφείς που υποστηρίζουν πως ή θα γράφεις χιουμοριστικά ή εντελώς σκοτεινά…
Ναι, θα σου πω. Γενικά βλέπω πολλά κολλήματα. Έχουν γίνει reviews που λένε ότι είναι υπερβολικό το χιούμορ στο βιβλίο. Αυτό δεν έχει να κάνει με αυτό που έγραψα εγώ. Έχει να κάνει με το είδος που έχεις μάθει να αγαπάς. Eίναι αστική φαντασία σε α’ πρόσωπο, η οποία συνήθως έχει πολύ χιούμορ, γιατί παρακολουθείς έναν άνθρωπο ο οποίος παλεύει με τα πάντα και ακριβώς επειδή παλεύει με τα πάντα, είναι και ένας witty χαρακτήρας. Ο αφηγητής δεν είναι παντογνώστης και, αν είναι παντογνώστης και τον κάνεις αστείο, εκεί έχεις προβλήματα αν γράφεις αστυνομικό. Εδώ, τα γράφει αυτός. Έτσι βλέπει τα πράγματα και έτσι διαβάζει τον κόσμο, έτσι τον κατηγοριοποιεί. Ναι, μπορούν να υπάρχουν όλα. Τα «κουτάκια» νομίζω πως είναι εκεί για να εξυπηρετούν τους δικούς μας φόβους και όχι για να εξυπηρετήσουν την οποιαδήποτε τέχνη, την οποιαδήποτε λογοτεχνία. Δηλαδή, αν κάποιος λέει ότι δεν μπορεί να υπάρξει αστική φαντασία με χιούμορ, ε, υπάρχει… να, ορίστε! Τίποτα δεν υπάρχει μέχρι κάποιος να το κάνει. Δεν το διαχωρίζω, γιατί το χιούμορ είναι κάτι που έχουμε όλοι οι άνθρωποι και δεν καταλαβαίνω γιατί ένας χαρακτήρας θα πρέπει να μην έχει για να θεωρείται λογοτεχνικός. Μου φαίνεται πάρα πολύ περίεργο. Επίσης, το άλλο «πρόβλημα» που έχει αυτό το βιβλίο και χρειάζεται χιούμορ είναι πως είναι πολύ σκοτεινό αν δεις τα γεγονότα. Για εμένα, όλο αυτό αν πας να το πασάρεις έτσι σκέτο, θα είναι ένα κουβάρι από ψυχολογικά προβλήματα, το οποίο δεν είναι βιβλίο. Όλοι κάπως την παλεύουμε… Οι περισσότεροι μένουν στο ό,τι είναι ένα αστείο βιβλίο, αλλά εάν κάτσουμε και το συζητήσουμε είναι σκοτεινό βιβλίο, δεν γίνονται ωραία πράγματα, ούτε είναι ωραίες οι σκέψεις των ανθρώπων. Μιλάμε ότι ανεβαίνει ένα ακραίο φασιστικό καθεστώς με υπερόντα, το οποίο έχει φροντίσει να φτιάξει την πολιτική σκηνή των ανθρώπων για να μπορέσει να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά του. Δεν είναι καλά αυτά που συμβαίνουν, αλλά το ξεχνάς με το να είναι έτσι φαινομενικά ανάλαφρο. Εμένα μου αρέσει αυτό, μου αρέσει αυτή η ισορροπία.

10. Θα ήθελες να είσαι κάποιο από τα πλάσματα που εμπλέκονται στην υπόθεση του βιβλίου; Ξωτικό ή βρικόλακας ας πούμε…
Θα ήθελα να ήμουν άνθρωπος και να μην ξέρω τίποτα από όλα αυτά που συμβαίνουν! Σε όσους μου λένε ότι μοιάζω με τον Ηρακλή, τους λέω ότι ο Ηρακλής είναι πολύ καλύτερος άνθρωπος από εμένα. Εγώ δεν θα είχα καμία διάθεση να ασχοληθώ μ’αυτό που συμβαίνει στο βιβλίο. Είναι πολύ μεγάλο βάρος για οποιονδήποτε. Δεν ξέρω αν θα ήθελα να είμαι σ’αυτόν τον κόσμο και να έχω γεννηθεί με κάτι το οποίο θα πρέπει αναγκαστικά να είναι η ζωή μου. Επειδή επέλεξα τα γεγονότα να συμβαίνουν μέσα στη Θεσσαλονίκη, και μάλιστα στη Θεσσαλονίκη της κρίσης, ένα από τα πράγματα που συμβαίνουν είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι αναγκάστηκαν να έχουν μία «κανονική» ζωή, η οποία δεν πήγαινε ιδιαίτερα καλά για κανέναν από αυτούς. Προσπάθησαν να έχουν μια «κανονική» ζωή και δεν τα κατάφεραν…

11. Μέσα από την εμπειρία σου, τι θα έλεγες σε όλους αυτούς που γράφουν, που θέλουν να βγάλουν τα κείμενά τους προς τα έξω, αλλά φοβούνται μήπως το εγχείρημά τους αυτό δεν πετύχει; Είτε η επιτυχία σημαίνει καλές πωλήσεις, είτε αναγνώριση του ό,τι έγραψαν κάτι «καλό» και το εκτίμησαν τρεις άνθρωποι, είτε απλά ότι κατάφεραν να εκδώσουν το έργο τους…
Είναι τρία πολύ διαφορετικά πράγματα. Ας ξεκινήσουμε από το «εκδόθηκα». Δεν έχω ιδέα πώς μπορείς να εκδοθείς στην Ελλάδα. Εμένα έγινε κατά τύχη. Για εμένα, δεν θα πρέπει να ελπίζεις πουθενά, σε τίποτα και θα πρέπει να γράφεις για να γράφεις, αλλιώς θα φας τα λυσσακά σου! Αν γράφεις επειδή δεν έχεις άλλη επιλογή κι αυτά που ζουν στο κεφάλι σου πρέπει να γραφτούν στο χαρτί για να φύγουν από ‘κει, είναι καλή αρχή. Αν γράφεις ένα διήγημα στους έξι μήνες γιατί θεωρείς ότι πρέπει να γράψεις ένα βιβλίο , δεν έχεις καταλάβει καλά τι θα πει «έχω ανάγκη να γράψω». Δεν πρέπει να απασχολεί το μυαλό κανενός συγγραφέα το αν θα εκδοθεί! Θα πρέπει να τον απασχολεί μόνο το αν αυτά που υπάρχουν στο κεφάλι του έχουν μπει στο χαρτί. Έτσι περνάμε στο «έγραψα κάτι το οποίο εκτίμησαν τρεις άνθρωποι». Σε αυτό ναι, για εμένα αυτός είναι ο στόχος. Πρώτα να το εκτιμάς εσύ και δεύτερον να το εκτιμήσουν κάποιοι κοντινοί άνθρωποι. Τώρα, οι καλές πωλήσεις, δεν θα γίνουν. Είναι πεθαμένη η αγορά, είναι πεθαμένο το βιβλίο. Θα μου πεις «εσύ γιατί το έκανες;» Γιατί είχα μια πλατφόρμα στην οποία μπορούσα να πω «πάρτε το βιβλίο». Αυτή είναι η ρεαλιστική αντιμετώπιση, όχι η απαισιόδοξη. Η ρεαλιστική λοιπόν, είναι ότι πιθανότατα δεν θα εκδοθείς και δεν θα πουλήσεις. Και επειδή αυτή είναι η αλήθεια, δεν θα έπρεπε και να σε απασχολεί. Ήδη γράφεις, ήδη κάνεις αυτό που θέλει να κάνει το 80% του πληθυσμού των Η.Π.Α., άρα είναι ένα πολύ κοινό όνειρο για όλους. Και αν είναι ένα τόσο κοινό όνειρο για όλους, τότε ποιοι διαβάζουν; Στην Ελλάδα το 50% αυτών που διαβάζουν, γράφουν κιόλας. Αν το βάλεις κάτω μαθηματικά, όλα λένε «μην το κάνεις!» Οπότε για εμένα, ο μόνος λόγος να έχεις λόγο να το κάνεις είναι να μην μπορείς χωρίς αυτό, γιατί αν δεν το κάνεις θα σκάσει το κεφάλι σου! Αυτό είναι το πρώτο βήμα. Ας συγκεντρωθούμε στο «αν εγώ δεν βγάλω στο χαρτί αυτά που έχω μέσα μου, θα πάθω κάτι» και όλα τα υπόλοιπα σιγά σιγά, με κάποιον τρόπο, ίσως γίνουν.

12. Τέλος, πιστεύεις πως αυτό που κρατάει την πλειοψηφία από το γράψιμο είναι η προσμονή της «καλής ιδέας» ή η κατάλληλη στιγμή;
Δεν υπάρχει η «κατάλληλη στιγμή». Είναι πάρα πολύ σπάνιο και αυτό είναι κάτι που διδάσκω στον αυτοσχεδιασμό και προσπαθώ να περάσω σε πολύ κόσμο. Συνήθως δεν έχουμε καλές ιδέες. Συνήθως δεν έχουμε καν ιδέες, έχουμε θέσεις. Φταίει βέβαια και το σχολείο που δεν φρόντισε να μας το βάλει αυτό στο κεφάλι, το τι είναι «ιδέα». Είναι κάτι πολύπλοκο. Εγώ τώρα γράφω το δεύτερο βιβλίο, το έχω σβήσει δύο φορές και τώρα έχω την ιδέα. Είχα σκόρπια πράγματα, είχα πολλές μικρές ιδέες και αυτό μου συμβαίνει γενικά και στην κωμωδία. Δεν υπάρχει μία ιδέα και μία έμπνευση και μία μούσα. Δεν πάει έτσι, και δεν πιστεύω πως πήγαινε ποτέ έτσι. Απλώς ήταν μια ωραία αφήγηση που είχαν οι καλλιτέχνες για να κρατάνε μυστικό το επάγγελμα! Όλοι οι άνθρωποι εκεί που καθόμαστε έχουμε μια έκλαμψη, έτσι λειτουργεί ο εγκέφαλος. Ο επαγγελματίας είναι αυτός που δεν περιμένει την έκλαμψη, την δημιουργεί ξανά και ξανά και ξανά, την πετάει στα σκουπίδια και μετά ξανά από την αρχή. Δεν μπορεί να είναι μία ιδέα σχηματισμένη, θα είναι κάτι πολύ μικρό…

Συνέντευξη στο Nyctophilia.gr