Πρόλογος
Οταν συναντώ παλιούς φίλους και με ρωτούν «πώς είσαι;» συχνά απαντώ, «εγώ καλά είμαι, ο πλανήτης μας δεν είναι καλά και ανησυχώ». Συνήθως μου απαντούν: «Και μαζί σου και όλοι εμείς». Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν μια μάλλον ασαφή αίσθηση ανησυχίας για το μέλλον, ορισμένοι όμως ανησυχούν για συγκεκριμένες απειλές, όπως η αλλαγή του κλίματος ή η αύξηση του πληθυσμού. Μερικοί δεν ανησυχούν πιά αν ο πολιτισμός θα παρακμάσει, αν συνεχίσουμε να ζούμε όπως ζούσαμε, και αντ’ αυτού ρωτούν πότε θα συμβεί αυτό.
Στις αρχές του 2009, ο Τζον Μπέντινγκτον (John Beddington), επικεφαλής επιστημονικός σύμβουλος της βρετανικής κυβέρνησης, είπε ότι μέχρι το 2030 ο πλανήτης θα αντιμετωπίσει μια «τέλεια καταιγίδα» έλλειψης τροφίμων, λειψυδρίας και ακριβού πετρελαίου. Αυτές οι εξελίξεις, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση των κλιματικών αλλαγών και τη μαζική μετανάστευση πέραν των εθνικών συνόρων, θα προκαλέσουν μεγάλες κοινωνικές αναταραχές.
Μια εβδομάδα αργότερα, ο Τζόναθαν Πόριτ (Jonathon Porritt), πρώην πρόεδρος της Επιτροπής για τηνΑειφόροΑνάπτυξη της Βρετανίας, έγραψε στην εφημερίδα Guardian ότι συμφωνεί με την ανάλυση του Μπέντινγκτον για την καταιγίδα αλλά διαφωνεί με τον χρόνο εμφάνισής της. Πιστεύει ότι η κρίση «θα χτυπήσει πολύ πιο κοντά στο 2020 παρά στο 2030». Την αποκαλεί «υπέρτατη ύφεση» —μια κατάσταση από την οποία μπορεί να μην υπάρξει ανάκαμψη.
Οι αξιολογήσεις αυτές από τους Μπέντινγκτον και Πόριτ εγείρουν δύο βασικά ερωτήματα. Αν συνεχίσουμε αυτό τον τρόπο ζωής, πόσο χρόνο έχουμε πριν αρχίσει η αποδόμηση του παγκόσμιου πολιτισμού; Και πώς θα σώσουμε αυτό τον πολιτισμό;
Ο Πλανήτης μας στα Όριά του είναι μια απάντηση στα ερωτήματα αυτά. Όσον αφορά το πόσο χρόνο θα έχουμε ακόμη αν συνεχίσουμε με αυτό τον τρόπο ζωής, κανείς δεν γνωρίζει με σιγουριά. Έχουμε δυσκολία να αντιληφθούμε τη δυναμική της εκθετικής αύξησης σε ένα πεπερασμένο περιβάλλον—δηλαδή, του πλανήτη μας. Όταν το σκέπτομαι, έρχεται στο μυαλό μου ένας γρίφος που χρησιμοποιούν στη Γαλλία για να διδάξουν στους μαθητές την εκθετική αύξηση. Σε μια λίμνη με νούφαρα εμφανίζεται ένα φύλλο την πρώτη μέρα, δύο τη δεύτερη, τέσσερα την τρίτη, και ο αριθμός των φύλλων εξακολουθεί να διπλασιάζεται κάθε μέρα. Αν η λίμνη καλυφθεί πλήρως με φύλλα την τριακοστή μέρα, ποια μέρα θα έχει καλυφθεί μέχρι τη μέση; Η απάντηση είναι: Την εικοστή ενάτη ημέρα. Δυστυχώς για τον υπερπλήρη πλανήτη μας, μπορεί να έχουμε ξεπεράσει και την τριακοστή ημέρα.
Έχω την αίσθηση ότι η «τέλεια καταιγίδα» ή η «υπέρτατη ύφεση» μπορεί να εμφανιστεί οποιαδήποτε στιγμή. Είναι πιθανόν να πυροδοτηθεί από μια άνευ προηγουμένου μείωση της συγκομιδής, η οποία θα προκληθεί από τον συνδυασμό της καταστροφής της σοδιάς από τα κύματα καύσωνα και της λειψυδρίας που προκαλείται από την εξάντληση των αποθεμάτων των υπόγειων νερών στους υδροφορείς. Μια τέτοια έλλειψη σιτηρών θα μπορούσε να εκτινάξει τις τιμές των τροφίμων στα ύψη, με αποτέλεσμα οι κύριες εξαγωγικές χώρες να περιορίσουν ή να απαγορεύσουν τις εξαγωγές, όπως έκαναν αρκετές χώρες όταν οι τιμές αυξήθηκαν το 2007-08 και όπως έκανε η Ρωσία για να αντιμετωπίσει τις ζημιές που προκληθήκαν από το κύμα καύσωνα του 2010. Αυτό με τη σειρά του θα υπονόμευε την εμπιστοσύνη στην οικονομία της αγοράς ως αξιόπιστης πηγής σιτηρών. Σε έναν κόσμο όπου κάθε χώρα θα επικεντρώνεται στενά στην ικανοποίηση των επισιτιστικών αναγκών της, η εμπιστοσύνη, το θεμέλιο του διεθνούς οικονομικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος, θα άρχιζε να διαβρώνεται.
Τώρα στο δεύτερο ερώτημα: Τι θα χρειαστεί για να αναστρέψουμε τις πολλές επιβαρυντικές περιβαλλοντικές τάσεις που υπονομεύουν την παγκόσμια οικονομία; Για να αναδομήσουμε την οικονομία εγκαίρως για να αποφύγουμε την ύφεση θα χρειαστεί μια μαζική κινητοποίηση με την ταχύτητα που επιβάλλεται σε περίοδο πολέμου. Εδώ, στο Earth Policy Institute - (Ινστιτούτο Γεωπολιτικής) και σε αυτό το βιβλίο, αποκαλούμε αυτή τη μαζική αναδιάρθρωση, «Σχέδιο Β» (Plan B). Είμαστε πεπεισμένοι ότι αυτό, ή κάτι πολύ παρόμοιο με αυτό, είναι η μόνη μας ελπίδα.
Καθώς αναλογιζόμαστε τα οικολογικά ελλείμματα που οδηγούν τον πλανήτη μας στα όριά του, συμπεραίνουμε ότι οι αιτίες είναι οι ίδιες που προκαλούν τα οικολογικά προβλήματα και οδηγούν σε αυξανόμενα δημοσιονομικά ελλείμματα. Συνηθίζαμε να σκεφτόμαστε ότι τα παιδιά μας θα έχουν να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες των ελλειμμάτων που δημιουργήσαμε, αλλά τώρα είναι σαφές ότι θα πρέπει να ασχοληθεί μαζί τους η γενιά μας. Τα οικολογικά και οικονομικά ελλείμματα διαμορφώνουν τώρα όχι μόνο το μέλλον μας, αλλά και το παρόν μας.
Οι Μπέντιγκτον και Πόριτ αξίζουν συγχαρητήρια επειδή μίλησαν δημόσια για την πιθανότητα της κοινωνικής κατάρρευσης, ένα θέμα για το οποίο δεν είναι εύκολο να μιλάμε. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο ότι είναι δύσκολο να φανταστούμε κάτι που δεν έχουμε βιώσει. Δεν έχουμε ακόμη δημιουργήσει το κατάλληλο λεξιλόγιο. Είναι επίσης δύσκολο να μιλήσουμε για αυτό επειδή είμαστε αντιμέτωποι όχι μόνο με το μέλλον της ανθρωπότητας με μια αφηρημένη έννοια, αλλά και με το μέλλον των οικογενειών μας και των φίλων μας. Δεν έχει αντιμετωπίσει άλλη γενιά μια τέτοια πρόκληση τόσο πολύπλοκη, σε τέτοια κλίμακα και με τόσο επείγοντα χαρακτήρα όσο αυτή που αντιμετωπίζουμε.
Όμως υπάρχει ελπίδα. Χωρίς αυτήν, το βιβλίο αυτό δεν θα είχε γραφεί. Πιστεύουμε ότι μπορούμε να δούμε τόσο το τι πρέπει να γίνει όσο και το πώς να το κάνουμε.
Υπάρχουν δύο ακρογωνιαίοι λίθοι της πολιτικής μετασχηματισμού που διέπουν το Σχέδιο Β. Ο ένας είναι η αναδιάρθρωση των φόρων, με τη μείωση του φόρου εισοδήματος και την αύξηση του φόρου στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, για να περιλαμβάνεται στις τιμές των ορυκτών καυσίμων το έμμεσο κόστος της καύσης, όπως η αλλαγή του κλίματος και η ατμοσφαιρική ρύπανση. Το ποσό των φόρων που πληρώνουμε δεν θα αλλάξει.
Ο δεύτερος ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής είναι να επαναπροσδιορίσουμε την ασφάλεια για τον εικοστό πρώτο αιώνα. Οι απειλές για το μέλλον μας τώρα δεν είναι η ένοπλη επίθεση, αλλά μάλλον η αλλαγή του κλίματος, η αύξηση του πληθυσμού, η έλλειψη νερού, η φτώχεια, η αύξηση των τιμών των τροφίμων και τα υπό διάλυση κράτη. Η πρόκληση για μας δεν είναι μόνο να επαναπροσδιορίσουμε την ασφάλεια από εννοιολογική άποψη, αλλά και να ανακατανείμουμε τις δημοσιονομικές προτεραιότητες ώστε να μετακινηθούν οι πόροι για την επίτευξη των στόχων του Σχεδίου Β. Αυτοί περιλαμβάνουν τις αναδασώσεις, τη διατήρηση των εδαφών, την αποκατάσταση των αλιευτικών πεδίων, την καθολική πρωτοβάθμια σχολική εκπαίδευση, την αναπαραγωγική υγεία και τις υπηρεσίες οικογενειακού προγραμματισμού για τις γυναίκες. Παρά το γεγονός ότι αυτοί οι στόχοι είναι εννοιολογικά απλοί και εύκολα κατανοητοί, δεν είναι εύκολο να επιτευχθούν. Θα απαιτήσουν μια τεράστια προσπάθεια από τον κάθε έναν από εμάς. Τα εδραιωμένα συμφέροντα των βιομηχανιών ορυκτών καυσίμων και της πολεμικής βιομηχανίας για τη διατήρηση του status quo είναι ισχυρά. Αλλά είναι το μέλλον μας που διακυβεύεται. Το δικό σας και το δικό μου.
Λέστερ Μπράουν Οκτώβριος 2010
Στις αρχές του 2009, ο Τζον Μπέντινγκτον (John Beddington), επικεφαλής επιστημονικός σύμβουλος της βρετανικής κυβέρνησης, είπε ότι μέχρι το 2030 ο πλανήτης θα αντιμετωπίσει μια «τέλεια καταιγίδα» έλλειψης τροφίμων, λειψυδρίας και ακριβού πετρελαίου. Αυτές οι εξελίξεις, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση των κλιματικών αλλαγών και τη μαζική μετανάστευση πέραν των εθνικών συνόρων, θα προκαλέσουν μεγάλες κοινωνικές αναταραχές.
Μια εβδομάδα αργότερα, ο Τζόναθαν Πόριτ (Jonathon Porritt), πρώην πρόεδρος της Επιτροπής για τηνΑειφόροΑνάπτυξη της Βρετανίας, έγραψε στην εφημερίδα Guardian ότι συμφωνεί με την ανάλυση του Μπέντινγκτον για την καταιγίδα αλλά διαφωνεί με τον χρόνο εμφάνισής της. Πιστεύει ότι η κρίση «θα χτυπήσει πολύ πιο κοντά στο 2020 παρά στο 2030». Την αποκαλεί «υπέρτατη ύφεση» —μια κατάσταση από την οποία μπορεί να μην υπάρξει ανάκαμψη.
Οι αξιολογήσεις αυτές από τους Μπέντινγκτον και Πόριτ εγείρουν δύο βασικά ερωτήματα. Αν συνεχίσουμε αυτό τον τρόπο ζωής, πόσο χρόνο έχουμε πριν αρχίσει η αποδόμηση του παγκόσμιου πολιτισμού; Και πώς θα σώσουμε αυτό τον πολιτισμό;
Ο Πλανήτης μας στα Όριά του είναι μια απάντηση στα ερωτήματα αυτά. Όσον αφορά το πόσο χρόνο θα έχουμε ακόμη αν συνεχίσουμε με αυτό τον τρόπο ζωής, κανείς δεν γνωρίζει με σιγουριά. Έχουμε δυσκολία να αντιληφθούμε τη δυναμική της εκθετικής αύξησης σε ένα πεπερασμένο περιβάλλον—δηλαδή, του πλανήτη μας. Όταν το σκέπτομαι, έρχεται στο μυαλό μου ένας γρίφος που χρησιμοποιούν στη Γαλλία για να διδάξουν στους μαθητές την εκθετική αύξηση. Σε μια λίμνη με νούφαρα εμφανίζεται ένα φύλλο την πρώτη μέρα, δύο τη δεύτερη, τέσσερα την τρίτη, και ο αριθμός των φύλλων εξακολουθεί να διπλασιάζεται κάθε μέρα. Αν η λίμνη καλυφθεί πλήρως με φύλλα την τριακοστή μέρα, ποια μέρα θα έχει καλυφθεί μέχρι τη μέση; Η απάντηση είναι: Την εικοστή ενάτη ημέρα. Δυστυχώς για τον υπερπλήρη πλανήτη μας, μπορεί να έχουμε ξεπεράσει και την τριακοστή ημέρα.
Έχω την αίσθηση ότι η «τέλεια καταιγίδα» ή η «υπέρτατη ύφεση» μπορεί να εμφανιστεί οποιαδήποτε στιγμή. Είναι πιθανόν να πυροδοτηθεί από μια άνευ προηγουμένου μείωση της συγκομιδής, η οποία θα προκληθεί από τον συνδυασμό της καταστροφής της σοδιάς από τα κύματα καύσωνα και της λειψυδρίας που προκαλείται από την εξάντληση των αποθεμάτων των υπόγειων νερών στους υδροφορείς. Μια τέτοια έλλειψη σιτηρών θα μπορούσε να εκτινάξει τις τιμές των τροφίμων στα ύψη, με αποτέλεσμα οι κύριες εξαγωγικές χώρες να περιορίσουν ή να απαγορεύσουν τις εξαγωγές, όπως έκαναν αρκετές χώρες όταν οι τιμές αυξήθηκαν το 2007-08 και όπως έκανε η Ρωσία για να αντιμετωπίσει τις ζημιές που προκληθήκαν από το κύμα καύσωνα του 2010. Αυτό με τη σειρά του θα υπονόμευε την εμπιστοσύνη στην οικονομία της αγοράς ως αξιόπιστης πηγής σιτηρών. Σε έναν κόσμο όπου κάθε χώρα θα επικεντρώνεται στενά στην ικανοποίηση των επισιτιστικών αναγκών της, η εμπιστοσύνη, το θεμέλιο του διεθνούς οικονομικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος, θα άρχιζε να διαβρώνεται.
Τώρα στο δεύτερο ερώτημα: Τι θα χρειαστεί για να αναστρέψουμε τις πολλές επιβαρυντικές περιβαλλοντικές τάσεις που υπονομεύουν την παγκόσμια οικονομία; Για να αναδομήσουμε την οικονομία εγκαίρως για να αποφύγουμε την ύφεση θα χρειαστεί μια μαζική κινητοποίηση με την ταχύτητα που επιβάλλεται σε περίοδο πολέμου. Εδώ, στο Earth Policy Institute - (Ινστιτούτο Γεωπολιτικής) και σε αυτό το βιβλίο, αποκαλούμε αυτή τη μαζική αναδιάρθρωση, «Σχέδιο Β» (Plan B). Είμαστε πεπεισμένοι ότι αυτό, ή κάτι πολύ παρόμοιο με αυτό, είναι η μόνη μας ελπίδα.
Καθώς αναλογιζόμαστε τα οικολογικά ελλείμματα που οδηγούν τον πλανήτη μας στα όριά του, συμπεραίνουμε ότι οι αιτίες είναι οι ίδιες που προκαλούν τα οικολογικά προβλήματα και οδηγούν σε αυξανόμενα δημοσιονομικά ελλείμματα. Συνηθίζαμε να σκεφτόμαστε ότι τα παιδιά μας θα έχουν να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες των ελλειμμάτων που δημιουργήσαμε, αλλά τώρα είναι σαφές ότι θα πρέπει να ασχοληθεί μαζί τους η γενιά μας. Τα οικολογικά και οικονομικά ελλείμματα διαμορφώνουν τώρα όχι μόνο το μέλλον μας, αλλά και το παρόν μας.
Οι Μπέντιγκτον και Πόριτ αξίζουν συγχαρητήρια επειδή μίλησαν δημόσια για την πιθανότητα της κοινωνικής κατάρρευσης, ένα θέμα για το οποίο δεν είναι εύκολο να μιλάμε. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο ότι είναι δύσκολο να φανταστούμε κάτι που δεν έχουμε βιώσει. Δεν έχουμε ακόμη δημιουργήσει το κατάλληλο λεξιλόγιο. Είναι επίσης δύσκολο να μιλήσουμε για αυτό επειδή είμαστε αντιμέτωποι όχι μόνο με το μέλλον της ανθρωπότητας με μια αφηρημένη έννοια, αλλά και με το μέλλον των οικογενειών μας και των φίλων μας. Δεν έχει αντιμετωπίσει άλλη γενιά μια τέτοια πρόκληση τόσο πολύπλοκη, σε τέτοια κλίμακα και με τόσο επείγοντα χαρακτήρα όσο αυτή που αντιμετωπίζουμε.
Όμως υπάρχει ελπίδα. Χωρίς αυτήν, το βιβλίο αυτό δεν θα είχε γραφεί. Πιστεύουμε ότι μπορούμε να δούμε τόσο το τι πρέπει να γίνει όσο και το πώς να το κάνουμε.
Υπάρχουν δύο ακρογωνιαίοι λίθοι της πολιτικής μετασχηματισμού που διέπουν το Σχέδιο Β. Ο ένας είναι η αναδιάρθρωση των φόρων, με τη μείωση του φόρου εισοδήματος και την αύξηση του φόρου στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, για να περιλαμβάνεται στις τιμές των ορυκτών καυσίμων το έμμεσο κόστος της καύσης, όπως η αλλαγή του κλίματος και η ατμοσφαιρική ρύπανση. Το ποσό των φόρων που πληρώνουμε δεν θα αλλάξει.
Ο δεύτερος ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής είναι να επαναπροσδιορίσουμε την ασφάλεια για τον εικοστό πρώτο αιώνα. Οι απειλές για το μέλλον μας τώρα δεν είναι η ένοπλη επίθεση, αλλά μάλλον η αλλαγή του κλίματος, η αύξηση του πληθυσμού, η έλλειψη νερού, η φτώχεια, η αύξηση των τιμών των τροφίμων και τα υπό διάλυση κράτη. Η πρόκληση για μας δεν είναι μόνο να επαναπροσδιορίσουμε την ασφάλεια από εννοιολογική άποψη, αλλά και να ανακατανείμουμε τις δημοσιονομικές προτεραιότητες ώστε να μετακινηθούν οι πόροι για την επίτευξη των στόχων του Σχεδίου Β. Αυτοί περιλαμβάνουν τις αναδασώσεις, τη διατήρηση των εδαφών, την αποκατάσταση των αλιευτικών πεδίων, την καθολική πρωτοβάθμια σχολική εκπαίδευση, την αναπαραγωγική υγεία και τις υπηρεσίες οικογενειακού προγραμματισμού για τις γυναίκες. Παρά το γεγονός ότι αυτοί οι στόχοι είναι εννοιολογικά απλοί και εύκολα κατανοητοί, δεν είναι εύκολο να επιτευχθούν. Θα απαιτήσουν μια τεράστια προσπάθεια από τον κάθε έναν από εμάς. Τα εδραιωμένα συμφέροντα των βιομηχανιών ορυκτών καυσίμων και της πολεμικής βιομηχανίας για τη διατήρηση του status quo είναι ισχυρά. Αλλά είναι το μέλλον μας που διακυβεύεται. Το δικό σας και το δικό μου.
Λέστερ Μπράουν Οκτώβριος 2010